Εξισορρόπηση της αγοράς πρωτόχυτου αλουμινίου στο πρώτο τρίμηνο του 2016
Εξισορρόπηση της κατάστασης στην παγκόσμια αγορά πρωτόχυτου αλουμινίου, στις αρχές του τρέχοντος έτους, διαπιστώνει σε πρόσφατη έκθεση του το World Bureau of Metal Statistics (WBMS), καθώς όπως επισημαίνει σε αυτήν υπήρξε ισοσκελισμός των απωλειών που καταγράφηκαν το 2015 (έλλειμμα 308 χιλ. τόνων) και δημιουργία ενός μικρού πλεονάσματος της τάξης των 48 χιλ. τόνων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, η ζήτηση το διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου 2016 διαμορφώθηκε στους 13,28 εκατ. τόνους, 664 χιλιάδες λιγότερους ή αλλιώς 4,8% χαμηλότερη σε σχέση με το ίδιο περσινό διάστημα. Αντίστοιχα, η παγκόσμια παραγωγή ελαττώθηκε κατά 4,7% εν συγκρίσει με τους τρεις πρώτους μήνες του 2015 –στους 4451 εκατ. τόνους– μειωμένη κατά 656 χιλ. τόνους, με την κατανάλωση να διαμορφώνεται στους 4417,9 εκατ. τόνους.
Με δεδομένο ότι έχει σταματήσει πλέον η επίσημη δημοσίευση των στοιχείων που αφορούν τα συνολικά αποθέματα παγκοσμίως, τα συνολικά δηλωθέντα αποθέματα παρουσίασαν κατά τον Μάρτιο του 2016 μια αύξηση της τάξης των 17 χιλ. τόνων και στο τέλος του μήνα διαμορφώθηκαν στους 3653 εκατ. τόνους, που ισοδυναμούν με 23 μέρες ζήτησης, σε αντιδιαστολή με τους 3787 εκατ. τόνους στα τέλη του 2015. Αθροιστικά, τα στοκ στα τέσσερα μεγαλύτερα χρηματιστήρια μετάλλων (Λονδίνο, Σανγκάη, ΗΠΑ, Τόκιο) έφτασαν τους 3146 εκατ. τόνους στα τέλη Μαρτίου 2016, 87 χιλιάδες λιγότερους συγκριτικά με τον Δεκέμβριο του 2015.
Η Κίνα παρήγαγε, κατά την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2016, 6821 εκατ. τόνους αλουμινίου, ποσότητα η οποία ισοδυναμεί με πάνω από το 51% της παγκόσμιας παραγωγής, ενώ η εγχώρια ζήτηση μειώθηκε κατά 9,3% σε σχέση με το 2015. Οι κινεζικές εξαγωγές, κατά το ίδιο διάστημα, άγγιξαν τους 106 χιλ. τόνους, τη στιγμή που για ολόκληρο το 2015 διαμορφώθηκαν στους 342 χιλ. τόνους. Όσον αφορά τις εξαγωγές ημιτελικών προϊόντων αλουμινίου από την Κίνα, αυτές κατέγραψαν πτώση από 1098 εκατ. τόνους το πρώτο τρίμηνο του 2015 σε 948 χιλ. τόνους το πρώτο τρίμηνο του 2016.
Τέλος, η παραγωγή αλουμινίου στην ΕΕ αυξήθηκε κατά 2,7%, με την αντίστοιχη των χωρών της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής (NAFTA) να σημειώνει πτώση 2,9%. Επίσης, η ζήτηση στην ΕΕ υπήρξε χαμηλότερη κατά 95 χιλ. τόνους σε σχέση με το 2015.