Ο Γεν. Γραμματέας Ενέργειας Μιχ. Βερροιόπουλος αποκαλύπτει τι σχεδιάζεται για το “Εξοικονόμηση κατ’ οίκον”
Τους άξονες πάνω στους οποίους σχεδιάζεται το νέο πρόγραμμα “Εξοικονόμηση κατ’ οίκον“, παρουσίασε ο Γενικός Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κ. Μιχάλης Βερροιόπουλος, μιλώντας στο συνέδριο Athens Energy Forum 2016. Ο κ. Βερροιόπουλος επιβεβαίωσε ότι το με το νέο πρόγραμμα, για το οποίο έχουν ήδη εξασφαλιστεί γύρω στα 375 εκατ. ευρώ, θα πρέπει οι όροι να αναπροσαρμοστούν στη λογική της εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος και διασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι πόροι θα αφορούν αφενός τους πολίτες που δεν μπορούν από μόνοι τους να χρηματοδοτήσουν την ενεργειακή αναβάθμιση της κατοικίας τους και αφετέρου τις πιο ενεργοβόρες κατοικίες, δηλαδή αυτές που απαιτούν μεγάλα ποσά για την εξυπηρέτηση των ενεργειακών αναγκών. Επίσης, αναφέρθηκε και για το θέμα αναθεώρησης του ΚΕΝΑΚ που έχει καθυστερήσει αρκετά.
Παραθέτουμε παρακάτω το μέρος της ομιλίας του που αφορά τον σχεδιασμό του προγράμματος και το ΚΕΝΑΚ:
Οφείλω να κάνω μια σύντομη αναφορά στο Πρόγραμμα «Εξοικονόμηση Κατ΄ Οίκον». Το Πρόγραμμα, παρότι είχε σαν στόχο την ενεργειακή αναβάθμιση των κατοικιών πολιτών με χαμηλά εισοδήματα, δεν κατάφερε να πετύχει τον στόχο του, δηλαδή τη χρηματοδότηση των πιο φτωχών και λαϊκών στρωμάτων στις πιο φτωχές γειτονιές.
Για την επόμενη προγραμματική Περίοδο 2014-2020, σύμφωνα με τα εγκεκριμένα Επιχειρησιακά Προγράμματα και την αρχική εξειδίκευση αυτών, οι διαθέσιμοι πόροι για εξοικονόμηση ενέργειας σε κατοικίες ανέρχονται περίπου σε 292,5 εκ. ευρώ σε όρους δημόσιας δαπάνης (248 εκ. ευρώ από το ΕΠΑNΕΚ- Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα, Καινοτομία»- και 44,5 εκ. ευρώ από τα ΠΕΠ – Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα), ενώ προβλέπεται και η χρησιμοποίηση των κεφαλαίων που έχουν προκύψει από το μηχανισμό ανακύκλωσης κεφαλαίων του πρώτου κύκλου επενδύσεων του υφιστάμενου Ταμείου «Εξοικονομώ Κατ΄ Οίκον», τα οποία εκτιμούνται στα 80 εκ. ευρώ.
Ωστόσο, οι όροι του νέου Προγράμματος πρέπει να αναπροσαρμοστούν στη λογική της εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος και διασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι πόροι θα αφορούν αφενός τους πολίτες που δεν μπορούν από μόνοι τους να χρηματοδοτήσουν την ενεργειακή αναβάθμιση της κατοικίας τους και αφετέρου τις πιο ενεργοβόρες κατοικίες, δηλαδή αυτές που απαιτούν μεγάλα ποσά για την εξυπηρέτηση των ενεργειακών αναγκών. Επίσης, το νέο Πρόγραμμα σχεδιάζεται στη λογική αποφυγής υπερτιμολογήσεων, εισαγωγής μη πιστοποιημένων προϊόντων και μαύρης εργασίας.
Είναι πολύ βασικό το νέο Πρόγραμμα να λειτουργήσει με γνώμονα τη μείωση της γραφειοκρατίας και τη διαφάνειας σε όλα τα επίπεδα. Σύντομα θα εκδοθεί ο νέος οδηγός του Προγράμματος που, αφενός θα είναι προσαρμοσμένος στα νέα κριτήρια και στις νέες διαδικασίες και αφετέρου θα είναι συμβατός με τους κανονισμούς και τα εγκεκριμένα προγράμματα της Προγραμματικής Περιόδου 2014-2020.
Στόχος είναι, εκμεταλλευόμενοι την αποκτηθείσα εμπειρία, το νέο πρόγραμμα να έχει καλύτερη απόδοση και να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στα αιτήματα των οικονομικά ασθενέστερων πολιτών.
Σχετικά με τον ΚΕΝΑΚ
Σχετικά με την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων τα τελευταία χρόνια έχει θεσμοθετηθεί όλο το απαραίτητο νομοθετικό πλαίσιο προκειμένου να βελτιωθεί η κατάσταση των ενεργοβόρων κτιρίων της χώρας μας. Η εφαρμογή του Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης των Κτιρίων (ΚΕΝΑΚ), αποτέλεσε ένα άλμα τριάντα ετών αναβαθμίζοντας ουσιαστικά τον τρόπο δόμησης των κτιρίων. Η προσπάθεια σήμερα εστιάζεται στην αναθεώρηση του ΚΕΝΑΚ, η οποία παρεπιμπτόντως έπρεπε ήδη να έχει γίνει εδώ και δύο και πλέον χρόνια, ώστε να επανακαθοριστούν οι ελάχιστες απαιτήσεις λαμβάνονατας υπόψη την οικονομική αποδοτικότητά τους και κυρίως να καθοριστούν τα χαρακτηριστικά των κτιρίων με σχεδόν Μηδενική Κατανάλωση Ενέργειας (nearly Zero Energy Efficiency Buildings – nZEB).
Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι από 1.1.2021, όλα τα νέα κτίρια πρέπει να είναι κτίρια σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας, ενώ για τα νέα κτίρια που στεγάζουν υπηρεσίες του δημοσίου και ευρύτερου δημοσίου τομέα, η υποχρέωση αυτή τίθεται σε ισχύ από την 1.1.2019. Η συγκεκριμένη απαίτηση αποτελεί ουσιαστικά το μεγάλο στοίχημα για τον κτιριακό τομέα, καθώς αναμένεται να αλλάξει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο οικοδομούμε.
Παράλληλα με την Οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, η ΕΕ έχει υιοθετήσει την Οδηγία 2012/27/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση, που έχει σαν στόχο τη θέσπιση ενός κοινού πλαισίου βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας θέτοντας συγκεκριμένους στόχους, κανόνες, μέτρα και δράσεις για τη βελτίωση της ενεργειακής, απόδοσης σε όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας, ώστε να αξιοποιηθεί το ανεκμετάλλευτο δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας. Πρέπει να σημειώσω ότι το Υπουργείο μας πρόσφατα ενσωμάτωσε τη συγκεκριμένη Οδηγία στο εθνικό δίκαιο με το ν. 4342/2015 γλιτώνοντας τη χώρα από υψηλότατα πρόστιμα.
Ο συγκεκριμένος νόμος δεν πρέπει να ειδωθεί σαν μια υποχρέωση ενσωμάτωσης μιας οδηγίας, αλλά σαν ένα αναπτυξιακό εργαλείο για την οικονομία μας, που μπορεί να τονώσει την επιχειρηματικότητα και να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας. Επίσης, επεξεργαστήκαμε το νομοσχέδιο ώστε να έχει παράλληλα κοινωνικό προφίλ με τρόπο που να δημιουργεί άμεσα ανταποδοτικά οφέλη στον πολίτη.
Επιτρέψτε μου στο σημείο αυτό να σημειώσω ότι η εξοικονόμηση ενέργειας, παρά τις όποιες εξαγγελίες, δεσμεύσεις ή νομοθετικές πρωτοβουλίες του παρελθόντος, δεν αποτέλεσε ποτέ ουσιαστική προτεραιότητα της χώρας. Δεν δόθηκε ποτέ η δέουσα σημασία, δεν έγινε ποτέ ουσιαστική συζήτηση με τους εμπλεκόμενους φορείς και δεν δόθηκαν ποτέ οι απαραίτητοι πόροι. Το στοίχημα του Υπουργείου σήμερα είναι η εξοικονόμηση ενέργειας να αποτελέσει στην πράξη έναν αναπτυξιακό πυλώνα και η προσπάθειά μας στο Υπουργείο εστιάζει όχι απλά στη συνέχιση των όποιων καλών πρακτικών έχουν υλοποιηθεί στο παρελθόν, αλλά στην ανάδειξη και στη διάχυση της εξοικονόμησης σε όλους τους τομείς.
Με το συγκεκριμένο νόμο τίθεται συγκεκριμένος εθνικός ενδεικτικός στόχος εξοικονόμησης ενέργειας, όπου με βάση τις εκτιμήσεις για την εξέλιξη της οικονομίας, το 2020 η τελική κατανάλωση ενέργειας της χώρας πρέπει να είναι 18,4 Mtoe. Δηλαδή, με μια σειρά από οικονομικά αποδοτικά μέτρα και δράσεις, πρέπει να περιορίσουμε την κατανάλωσή μας, χωρίς όμως να μειώσουμε το επίπεδο διαβίωσής μας. Ο στόχος δηλαδή δεν είναι να σταματήσουμε να καταναλώνουμε ενέργεια, αλλά να σταματήσουμε να τη σπαταλάμε.